Μέσα σε χρόνια δανεικά/ απρόσμενα και ξένα/ μες τα ποτάμια τα θολά/ που ζω σα μαύρη σμέρνα... (Διάφανα Κρίνα) ...

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 29, 2008

29 feb (SALES: one day for free!)




ΛΑΜΠΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ

Η λαμπρή επέτειος της εικοστής ενάτης Φλεβάρη. Καθόμαστε για φαΐ και με μανία κλοτσάω το πόδι της φρίκης κάτω απ’ το τραπέζι. Γιατί μαζί με το κρασί έχει ταράξει και τις προπόσεις.

Ο θείος Λάζαρος , με τα χωματισμένα μαλλιά και τα σκοροφαγωμένα μουστάκια , θα πιτσιλίσει το ψωμί με μάχες εργαζομένων ηρωικές , με νεανικές εξεγέρσεις και φλογερούς επαναστατικούς λόγους. Και έτσι θα τη φάμε την αφράτη ψίχα. Ποτισμένη καθώς είναι , με σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη Ιστορία.

Το χαβιάρι λείπει απ’ την μακρόστενη τάβλα μας. Το παχύ βούτυρο παρομοίως. Οπότε οι ελιές κάνουν θραύση, συνδυάζοντας τη στρογγυλή τους μαυρίλα , με τη λιπαρότητα. Αυτές οι ελιές πάντοτε με μπέρδευαν. Τα μάτια της μικρής Μυρτιάς, τα σημάδια στο λαιμό της αδερφής Νίκης , τα κερασμένα φοντάν της γιαγιάς Μάχης , το κλαδωτό φορεματάκι της εγγονής Ρηνούλας , όλα έχουν να κάνουν με ελιές.
Γι’ αυτό τις καταβροχθίζω όλες με μανία, όπως είναι, με το κουκούτσι.

Το μακαρονάκι κοφτό και το μοσχαράκι τρυφερό και πεντάγλυκο. Το είχα δει το κρέας πριν κάνουν τα ‘μαγειρέματα’ τους . Στον πάγκο της κουζίνας , απρόσεκτα αφημένο σε κοινή θέα. Αλλού κόκκινο , αλλού μελανιασμένο, αλλού πρασινωπά γλιτσιασμένο . Το δημοκρατικό σώμα σε τρικολόρε , καλλιτεχνική σήψη. Ο Χασάπης που μας το πάσαρε (χθες πρωί ) , δεξιωνόταν (χθες βράδυ), άλλους Χασάπηδες στο καινούργιο του κότερο. Εντούτοις , καταλλήλως μαριναρισμένο και βασανιστικώς τσιγαρισμένο, είτω τωόντι πεντάγλυκο πατήρ Χριστόδουλε.

Το λευκό τραπεζομάντιλο έγινε κοκκινιστό απ’ τα λιμασμένα δάχτυλα που με βία φτιάχνουν «παπάρες» από ψωμί , βουτηγμένο στα αιμάτινα απομεινάρια του πιάτου. Η δαν(ε)ική φέτα θα επιστραφεί ανέγγιχτη στη ντεκορατέρ γειτόνισσα , που προνόησε για το στολισμό του τραπεζιού μας. Με μια υποψία από άρωμα ποδαρίλας, ως παράπλευρο απόκτημα , της πολύωρης παραμονής της εκτός ψυγείου.

Φαιδρά πορτοκάλια ξεντύνονται με σπειροειδείς μανούβρες τα μοσχομυρωδάτα ενδύματα τους. Καταλήγουν έτσι, άδοξα, προς βρώσιν και πόσιν , με τις ψυχές τους να σταλάζουν από τα ακάματα κατωσάγονα. Το γεύμα ολοκληρώνεται με τσουρουφλισμένα κάστανα που μόλις βγήκαν απ’ τη φωτιά. Αλλά αυτό το επιδόρπιο καταλήγει σε φιάσκο, αφού τα σκουλήκια μας πρόφτασαν. Μερικοί ‘δε μασάνε’ και μασάνε μερικά ψητά σκουληκάκια προσπαθώντας επιμελώς να αποφύγουν τον ελάχιστο, αφάγωτο καρπό.

Φαΐ τέλος. Μα ακόμα ο μικρός όχλος παραμένει στρογγυλοκαθισμένος, με τα μαχαιροπίρουνα ανά χείρας , λες και κάποιος τον κεντάει ακινητοποιώντας τον στον καμβά. Μόνο τα μάτια είναι αεικίνητα . Βολιδοσκοπούν τον χώρο, αλληθωρίζουν προσπαθώντας να προλάβουν τον χρόνο , σέρνονται στο ερειπωμένο τραπέζι, φουλάρουν τις δακρυγόνες σακούλες τους και κλεφτά ακονίζουν τα δικράνια τους για τον Εμφύλιο.
Να πάρει!…. Πότε είπαμε πως είναι η επόμενη Επέτειος;

Δεν υπάρχουν σχόλια: